Άνοιξη φυσά στον κρυφό μου παράδεισο
φόρεσε ψυχή το λευκό σου πουκάμισο
η χαρά μου να πετάξει
με του ήλιου το μετάξι.
Αχ ζωή μου μια φορά
με τα χέρια μου φτερά
ν’ αγκαλιάσω το φεγγάρι
να πετάξω μια φορά στ’ ουρανού τα καθαρά
ανεμάκι να με πάρει.
Χόρεψε ζωή μου στο φως που λαχτάρησες
όλα τα ωραία στον ύπνο μου χάρισες.
Τώρα η μέρα άλλα γράφει
κάνει τη σκουριά χρυσάφι.
Αχ ζωή μου μια φορά
με τα χέρια μου φτερά
ν’ αγκαλιάσω το φεγγάρι
να πετάξω μια φορά
στ’ ουρανού τα καθαρά
ανεμάκι να με πάρει.
|
Άniksi fisá ston krifó mu parádiso
fórese psichí to lefkó su pukámiso
i chará mu na petáksi
me tu íliu to metáksi.
Ach zoí mu mia forá
me ta chéria mu fterá
n’ agkaliáso to fengári
na petákso mia forá st’ uranu ta kathará
anemáki na me pári.
Chórepse zoí mu sto fos pu lachtárises
óla ta orea ston ípno mu chárises.
Tóra i méra álla gráfi
káni ti skuriá chrisáfi.
Ach zoí mu mia forá
me ta chéria mu fterá
n’ agkaliáso to fengári
na petákso mia forá
st’ uranu ta kathará
anemáki na me pári.
|