Νύχτα που κρύβεις μέσα σου τον πιο μεγάλο ήλιο
αυτήν που αγαπώ.
Νύχτα λιμάνι απάνεμο, αν μόνος απομείνω
σε σένα θα δοθώ.
Της νύχτας η κρυφή θωριά και της καρδιάς η ψύχρα
είναι βαριά αν μοναχά η εικόνα της μου μείνει.
Όνειρο θα ’ναι ψεύτικο, στα χείλη μου μια πίκρα
του Μανδραγόρα το φιλί μου η μοναξιά θα πίνει.
Νύχτα που κρύβεις μέσα σου τον πιο δειλό μου πόθο
αυτήν που τυραννώ.
Νύχτα στα σπλάχνα σου έγειρα, κοιμήθηκα για λίγο
και στης ψυχής το μαύρο σου τραγούδι δόθηκα.
Νύχτα μια μέρα μου `δωσες, να μείνω ή να φύγω
κι απ’ τη δικιά σου σκοτεινιά στο φως σου χώθηκα.
Νύχτα τα μάτια μου έκλεισα να φύγω απ’ τους ανθρώπους
αυτούς που αγαπώ.
Νύχτα με καταράστηκες να ζω σ’ ανίερους τόπους
μ’ αυτούς που εξαπατώ.
|
Níchta pu krívis mésa su ton pio megálo ílio
aftín pu agapó.
Níchta limáni apánemo, an mónos apomino
se séna tha dothó.
Tis níchtas i krifí thoriá ke tis kardiás i psíchra
ine variá an monachá i ikóna tis mu mini.
Όniro tha ’ne pseftiko, sta chili mu mia píkra
tu Mandragóra to filí mu i monaksiá tha píni.
Níchta pu krívis mésa su ton pio diló mu pótho
aftín pu tirannó.
Níchta sta spláchna su égira, kimíthika gia lígo
ke stis psichís to mavro su tragudi dóthika.
Níchta mia méra mu `doses, na mino í na fígo
ki ap’ ti dikiá su skotiniá sto fos su chóthika.
Níchta ta mátia mu éklisa na fígo ap’ tus anthrópus
aftus pu agapó.
Níchta me katarástikes na zo s’ aníerus tópus
m’ aftus pu eksapató.
|