Έρχεσαι και φεύγεις στα κλεφτά
δύο μονοπάτια η ματιά σου
θα ‘ρθει κάποια μέρα κι η σειρά σου
μέσα από μια ανάποδη ζαριά.
Πάλι το τηλέφωνο ρωτάς
μήπως κάπου έμπλεξα κι αργήσω
μη με περιμένεις να γυρίσω
φάε και κοιμήσου γεια χαρά.
Νυχτερινές περιπλανήσεις
χορεύουν άγρια οι αναμνήσεις
τι να μου κάνουν οι εξηγήσεις
τα θέλεις όλα μονά ζυγά.
Χτες το βράδυ βγήκα να σε βρω
κι έκανα μια γύρα από τα στέκια
μου ‘πεσε στα ίσα η Αλέκα
μη την ψάχνεις φίλε στο ποτό.
Ξύπνησε ο άλλος μου εαυτός
κι είπα δεν μπορεί να πάει άλλο
με έπνιξε παράπονο μεγάλο
μα είχε απεργία ο θεός.
|
Έrchese ke fevgis sta kleftá
dío monopátia i matiá su
tha ‘rthi kápia méra ki i sirá su
mésa apó mia anápodi zariá.
Páli to tiléfono rotás
mípos kápu ébleksa ki argíso
mi me periménis na giríso
fáe ke kimísu gia chará.
Nichterinés periplanísis
chorevun ágria i anamnísis
ti na mu kánun i eksigísis
ta thélis óla moná zigá.
Chtes to vrádi vgíka na se vro
ki ékana mia gira apó ta stékia
mu ‘pese sta ísa i Aléka
mi tin psáchnis fíle sto potó.
Ksípnise o állos mu eaftós
ki ipa den bori na pái állo
me épnikse parápono megálo
ma iche apergia o theós.
|