Το χέρι μου στην τσέπη σου και πάμε
όταν ο κόσμος έχει κοιμηθεί
τις νύχτες που μας δίνεται η πόλη
και τις ανάσες μας μπορεί ν` αφουγκραστεί.
Είν’ ο Θεός μας τόσο δα μικρούλης
σαν βγαίνουμε κρυφά, μαζί μας παίζει
δεν ξέρει διόλου θαύματα να κάνει
μα όταν σμίγουμε χαμογελά.
Τραβώντας στον αξύριστο χειμώνα
με μια ενορχήστρωση του ανέμου μαγική
τα πλήκτρα του έρωτά μας οι σολίστες
στο πρώτο αθέατο φιλί μετά Χριστόν.
|
To chéri mu stin tsépi su ke páme
ótan o kósmos échi kimithi
tis níchtes pu mas dínete i póli
ke tis anáses mas bori n` afugkrasti.
In’ o Theós mas tóso da mikrulis
san vgenume krifá, mazí mas pezi
den kséri diólu thafmata na káni
ma ótan smígume chamogelá.
Travóntas ston aksíristo chimóna
me mia enorchístrosi tu anému magikí
ta plíktra tu érotá mas i solístes
sto próto athéato filí metá Christón.
|