Επισκέπτη μου τι θέλεις τέτοια ώρα
και την πόρτα μου χτυπάς στα σκοτεινά;
Αν σ’ έχει στείλει εκείνη που ‘χει φύγει
δεν μπορώ να τη δω ποτέ ξανά.
Με τι πρόσωπο ζητάει να μ’ αντικρίσει;
Με τι πρόσωπο συγγνώμη θα μου πει;
Αχ, τώρα πια δικάστηκε να ζήσει
μοναχή βουτηγμένη στη ντροπή.
Και να το ‘θελα να γύριζε σε μένα
το φιλότιμο θα μου το αρνηθεί.
Πώς να φιλήσω δυο χείλη προδομένα,
που να βρω την καρδιά και την ψυχή;
Με τι πρόσωπο ζητάει να μ’ αντικρίσει;
Με τι πρόσωπο συγγνώμη θα μου πει;
Αχ, τώρα πια δικάστηκε να ζήσει
μοναχή βουτηγμένη στη ντροπή.
|
Episképti mu ti thélis tétia óra
ke tin pórta mu chtipás sta skotiná;
An s’ échi stili ekini pu ‘chi fígi
den boró na ti do poté ksaná.
Me ti prósopo zitái na m’ antikrísi;
Me ti prósopo singnómi tha mu pi;
Ach, tóra pia dikástike na zísi
monachí vutigméni sti ntropí.
Ke na to ‘thela na girize se ména
to filótimo tha mu to arnithi.
Pós na filíso dio chili prodoména,
pu na vro tin kardiá ke tin psichí;
Me ti prósopo zitái na m’ antikrísi;
Me ti prósopo singnómi tha mu pi;
Ach, tóra pia dikástike na zísi
monachí vutigméni sti ntropí.
|