Περπατάει σκυφτός
ο παλιός μου εαυτός
τον βαραίνουν τα μη και τα πρέπει.
Τον κοιτάω τρυφερά
του μιλάω αλλά
δεν με ακούει κι ούτε με βλέπει.
Δεν περνάει καλά
κι ονειρεύεται να
δραπετεύσει σε άγνωστους τόπους.
Του ‘χουν τύχει πολλά
κι έχει μία καρδιά
που αγαπάει τους λάθος ανθρώπους.
Ο παλιός μου εαυτός
προσπαθεί συνεχώς
τις σωστές αποφάσεις να πάρει.
Όμως κάθε φορά
κάτι πάει στραβά
κι η ζωή του μπλεγμένο κουβάρι.
|
Perpatái skiftós
o paliós mu eaftós
ton varenun ta mi ke ta prépi.
Ton kitáo triferá
tu miláo allá
den me akui ki ute me vlépi.
Den pernái kalá
ki onirevete na
drapetefsi se ágnostus tópus.
Tu ‘chun tíchi pollá
ki échi mía kardiá
pu agapái tus láthos anthrópus.
O paliós mu eaftós
prospathi sinechós
tis sostés apofásis na pári.
Όmos káthe forá
káti pái stravá
ki i zoí tu blegméno kuvári.
|