Μηχανικός στη μηχανή
και ναύτης στο τιμόνι
κι ο θερμαστής στο στόκολο
μ’ έξι φωτιές μαλώνει.
Αγάντα θερμαστάκι μου,
και ρίχνε τις φτυαριές σου
μέσα στο καζανάκι σου
να φτιάξουν οι φωτιές σου.
Κάργα ρασκέτα, ωχ, και λοστό
το Μπέι να περάσω
και μες του Κάρντιφ τα νερά
εκεί να πάω ν’ αράξω.
Μα η φωτιά είναι φωτιά,
μα η φωτιά είναι λαύρα
κι η θάλασσα μου τα `κανε
τα σωθικά μου μαύρα.
|
Michanikós sti michaní
ke naftis sto timóni
ki o thermastís sto stókolo
m’ éksi fotiés malóni.
Agánta thermastáki mu,
ke ríchne tis ftiariés su
mésa sto kazanáki su
na ftiáksun i fotiés su.
Kárga raskéta, och, ke lostó
to Béi na peráso
ke mes tu Kárntif ta nerá
eki na páo n’ arákso.
Ma i fotiá ine fotiá,
ma i fotiá ine lavra
ki i thálassa mu ta `kane
ta sothiká mu mavra.
|