Ας ξανα `ρχότανε μια νύχτα σαν κι αυτή,
ας ξαναζούσαμε αυτό τ’ ωραίο βράδυ,
που μες στην πλάνα αγκαλιά σου είχα ριχτεί
κι είχα μεθύσει με τ’ ολόγλυκό σου χάδι.
Τώρα οι νύχτες μου περνούνε με μαράζι,
έφυγες κι ο πόνος στην καρδιά μου, πια, φωλιάζει.
Πώς να ξεχάσω τέτοια νύχτα μαγική,
τέτοια βραδιά μεθυστική, ονειρεμένη,
που απ’ τα χάδια και του πόθου το κρασί,
είμαστ’ αγάπη μου κι οι δυο μας μεθυσμένοι.
Τώρα οι νύχτες μου περνούνε με μαράζι,
έφυγες κι ο πόνος στην καρδιά μου, πια, φωλιάζει.
Ήταν γραφτό για μας τους δυο, ήταν γραφτό,
να ζούμε, τώρα, μακριά και χωρισμένοι,
μα όσα χρόνια κι αν περάσουν, δεν ξεχνώ,
αυτή τη νύχτα τη γλυκιά, τη μαγεμένη.
Τώρα οι νύχτες μου περνούνε με μαράζι,
έφυγες κι ο πόνος στην καρδιά μου, πια, φωλιάζει.
|
As ksana `rchótane mia níchta san ki aftí,
as ksanazusame aftó t’ oreo vrádi,
pu mes stin plána agkaliá su icha richti
ki icha methísi me t’ ológlikó su chádi.
Tóra i níchtes mu pernune me marázi,
éfiges ki o pónos stin kardiá mu, pia, foliázi.
Pós na ksecháso tétia níchta magikí,
tétia vradiá methistikí, onireméni,
pu ap’ ta chádia ke tu póthu to krasí,
imast’ agápi mu ki i dio mas methisméni.
Tóra i níchtes mu pernune me marázi,
éfiges ki o pónos stin kardiá mu, pia, foliázi.
Ήtan graftó gia mas tus dio, ítan graftó,
na zume, tóra, makriá ke chorisméni,
ma ósa chrónia ki an perásun, den ksechnó,
aftí ti níchta ti glikiá, ti mageméni.
Tóra i níchtes mu pernune me marázi,
éfiges ki o pónos stin kardiá mu, pia, foliázi.
|