Θέλησες να πεις αντίο
και σαλπάρισες σαν πλοίο
για το πουθενά,
μα λιμάνι για να δέσεις
δε θα βρεις, δε θα μπορέσεις,
άμυαλη, ξανά.
Μια καρδιά σαν την πληγώσεις,
μια καρδιά σαν την κλειδώσεις,
δε θα έχει σημασία
οποιαδήποτε θυσία.
Κι όταν θ’ απομείνεις μόνη
με σπασμένο το τιμόνι,
μες στο πουθενά,
τότε αν το καταλάβεις
θα `ν’ αργά για να προλάβεις,
θα `χω φύγει πια.
Μια καρδιά σαν την πληγώσεις,
μια καρδιά σαν την κλειδώσεις,
δε θα έχει σημασία
οποιαδήποτε θυσία.
|
Thélises na pis antío
ke salpárises san plio
gia to puthená,
ma limáni gia na désis
de tha vris, de tha borésis,
ámiali, ksaná.
Mia kardiá san tin pligósis,
mia kardiá san tin klidósis,
de tha échi simasía
opiadípote thisía.
Ki ótan th’ apominis móni
me spasméno to timóni,
mes sto puthená,
tóte an to katalávis
tha `n’ argá gia na prolávis,
tha `cho fígi pia.
Mia kardiá san tin pligósis,
mia kardiá san tin klidósis,
de tha échi simasía
opiadípote thisía.
|