Βρε άπιστη κακούργα
μ’ έχεις βάλει σε μπελά,
με μια φορά που σ’ είδα
μ’ έχεις κλέψει την καρδιά.
Θυμήσου όμως ψεύτρα
που μου έταζες πολλά
ένα βράδυ στο σκοτάδι
σαν βρεθήκαμ’ αγκαλιά.
Ξέχασες άπιστη, ξέχασες τάχατες,
που μου έδινες τρελά φιλιά;
Έφυγες, μ’ άφησες
με μια φλόγα μέσα στην καρδιά.
Αν φύγεις βρε πλανεύτρα
σε άλλου αγκαλιά,
διόλου δε με μέλλει
μη μου κάνεις πείσματα.
Αχ πήγαινε κακούργα
και θα βρεις πιο πολλά,
μα σαν έρθει καμιά μέρα
θα με θυμηθείς ξανά.
Ξέχασες άπιστη, ξέχασες τάχατες,
που μου έδινες τρελά φιλιά;
Έφυγες, μ’ άφησες
με μια φλόγα μέσα στην καρδιά.
|
Ore ápisti kakurga
m’ échis váli se belá,
me mia forá pu s’ ida
m’ échis klépsi tin kardiá.
Thimísu ómos pseftra
pu mu étazes pollá
éna vrádi sto skotádi
san vrethíkam’ agkaliá.
Kséchases ápisti, kséchases táchates,
pu mu édines trelá filiá;
Έfiges, m’ áfises
me mia flóga mésa stin kardiá.
An fígis vre planeftra
se állu agkaliá,
diólu de me mélli
mi mu kánis pismata.
Ach pígene kakurga
ke tha vris pio pollá,
ma san érthi kamiá méra
tha me thimithis ksaná.
Kséchases ápisti, kséchases táchates,
pu mu édines trelá filiá;
Έfiges, m’ áfises
me mia flóga mésa stin kardiá.
|