Δε θέλω να σε βλέπω πικραμένη
γιατί εγεννηθήκαμε φτωχοί
κι αυτοί που ζουν στα πλούτη βουτηγμένοι
το ίδιο τέλος έχουνε κι αυτοί.
Και όσοι έχουνε λεφτά
ποια είναι η προκοπή τους;
Πεθαίνουν κι ούτε δίφραγκο
δεν παίρνουνε μαζί τους.
Ποτέ σου μη ζηλεύεις τα παλάτια
τα λούσα, τα λεφτά μη λαχταράς
αγάπα με και κοίτα με στα μάτια
μαζί μου ευτυχισμένη να περνάς.
Και όσοι έχουνε λεφτά
ποια είναι η προκοπή τους;
Πεθαίνουν κι ούτε δίφραγκο
δεν παίρνουνε μαζί τους.
Μην βάζεις στην καρδούλα σου μαράζι
το σπίτι μας κι αν είναι φτωχικό,
για μας κάθε πρωί γλυκοχαράζει
μια κι έχουμ’ ένα όνειρο κι οι δυο.
Και όσοι έχουνε λεφτά
ποια είναι η προκοπή τους;
Πεθαίνουν κι ούτε δίφραγκο
δεν παίρνουνε μαζί τους.
|
De thélo na se vlépo pikraméni
giatí egennithíkame ftochi
ki afti pu zun sta pluti vutigméni
to ídio télos échune ki afti.
Ke ósi échune leftá
pia ine i prokopí tus;
Pethenun ki ute dífragko
den pernune mazí tus.
Poté su mi zilevis ta palátia
ta lusa, ta leftá mi lachtarás
agápa me ke kita me sta mátia
mazí mu eftichisméni na pernás.
Ke ósi échune leftá
pia ine i prokopí tus;
Pethenun ki ute dífragko
den pernune mazí tus.
Min vázis stin kardula su marázi
to spíti mas ki an ine ftochikó,
gia mas káthe pri glikocharázi
mia ki échum’ éna óniro ki i dio.
Ke ósi échune leftá
pia ine i prokopí tus;
Pethenun ki ute dífragko
den pernune mazí tus.
|