Από σκοτάδι σε σκοτάδι τριγυρνάς
μ’ ένα θανάσιμο τρικύμισμα στα μάτια
μυρίζεις ίσκιους από έρημα δωμάτια
τοπία θλίψης τα αγόρια που αγαπάς
Σαλεύεις πίσω από πεύκα σιωπηλά
προφίλ θανάτου σ’ ένα όνειρο από χιόνι
εκεί που βρίσκεσαι κανένας δε μιλά
μόνο φαντάσματα που κλαίνε μες στη σκόνη
Και σε θυμήθηκα στο χείλος της Αβύσσου
έτσι όπως φύσηξε γλυκά εκεί ο Μπάτης
ακόμα σέρνομαι ικέτης και σακάτης
προσκυνητής στους Άγιους τόπους της σιωπής σου
Το κρύο στοιχειωμένο τώρα φέρνει
κουρέλια της ζωής σου την ελπίδα
σαν άθλια μοίρα που ακατάπαυστα υφαίνει
την πιο πικρή σου αλήθεια που δεν είδα
Κάποια νύχτα θα ‘ρθεις με της νιότης τα δώρα
μ’ ένα βλέμμα σου μόνο θα γυρίσεις κοντά μου
θα `ναι η αγάπη παιδί που το τρόμαξε η μπόρα
και ορμάει να κρυφτεί στη ζεστή αγκαλιά μου
|
Apó skotádi se skotádi trigirnás
m’ éna thanásimo trikímisma sta mátia
mirízis ískius apó érima domátia
topía thlípsis ta agória pu agapás
Salevis píso apó pefka siopilá
profíl thanátu s’ éna óniro apó chióni
eki pu vrískese kanénas de milá
móno fantásmata pu klene mes sti skóni
Ke se thimíthika sto chilos tis Avíssu
étsi ópos físikse gliká eki o Bátis
akóma sérnome ikétis ke sakátis
proskinitís stus Άgius tópus tis siopís su
To krío stichioméno tóra férni
kurélia tis zoís su tin elpída
san áthlia mira pu akatápafsta ifeni
tin pio pikrí su alíthia pu den ida
Kápia níchta tha ‘rthis me tis niótis ta dóra
m’ éna vlémma su móno tha girísis kontá mu
tha `ne i agápi pedí pu to trómakse i bóra
ke ormái na krifti sti zestí agkaliá mu
|