Και μετά που θα βρεθώ και που θα βρεθείς
σαν κεριά καίμε κι οι δυο, δε μιλάει κανείς
συνένοχοι στην ενοχή, μέσα στη λάβα
που καίει σώμα και καρδιά, ζωή μου σκλάβα.
Σαν τσιγάρο που όλο το ανάβω κι όλο σβήνει
κι όμως το ζητάω κι ας κατάντησε πικρό
είναι το φιλί σου μια εδώ και μια σ’ εκείνη
κι όμως καίγομαι και ζω.
Και μετά που θα ‘μαι εγώ και που θα ‘σαι εσύ
επειγόντως ζούμε εδώ, για άλλη μια στιχμή
γύρω μιλούν για αμάρτημα κι εγώ για αγάπη
λεπτό σκοινί που ακροβατώ στης γης την άκρη.
Σαν τσιγάρο που όλο το ανάβω κι όλο σβήνει
κι όμως το ζητάω κι ας κατάντησε πικρό
είναι το φιλί σου μια εδώ και μια σ’ εκείνη
κι όμως καίγομαι και ζω.
|
Ke metá pu tha vrethó ke pu tha vrethis
san keriá keme ki i dio, de milái kanis
sinénochi stin enochí, mésa sti láva
pu kei sóma ke kardiá, zoí mu skláva.
San tsigáro pu ólo to anávo ki ólo svíni
ki ómos to zitáo ki as katántise pikró
ine to filí su mia edó ke mia s’ ekini
ki ómos kegome ke zo.
Ke metá pu tha ‘me egó ke pu tha ‘se esí
epigóntos zume edó, gia álli mia stichmí
giro milun gia amártima ki egó gia agápi
leptó skiní pu akrovató stis gis tin ákri.
San tsigáro pu ólo to anávo ki ólo svíni
ki ómos to zitáo ki as katántise pikró
ine to filí su mia edó ke mia s’ ekini
ki ómos kegome ke zo.
|