Μέσα από τόσα τραύματα υπάρχω
σαν πέτρα σκοτεινή μες στο νερό.
Στους δρόμους που περπάτησες θέ’ να `ρθω,
το δροσερό χαλάζι των ματιών σου για να πιω.
Με ένα ζευγάρι μάτια φοβισμένα
και με μια αστροφώτιστη αγκαλιά,
πες μου τι θα `μαι αλήθεια εγώ χωρίς εσένα
και σε ποια κόλαση θα ξοδευτώ ξανά;
Μικρό κορίτσι με τα βήματα χαμένα,
τυχαία γόνατα ξεκούρασαν τα οστά μου
μα πάντα θα `ρχομαι απ’ τ’ άπειρο σε σένα
με το χαμόγελό σου στη ματιά μου
|
Mésa apó tósa trafmata ipárcho
san pétra skotiní mes sto neró.
Stus drómus pu perpátises thé’ na `rtho,
to droseró chalázi ton matión su gia na pio.
Me éna zevgári mátia fovisména
ke me mia astrofótisti agkaliá,
pes mu ti tha `me alíthia egó chorís eséna
ke se pia kólasi tha ksodeftó ksaná;
Mikró korítsi me ta vímata chaména,
tichea gónata ksekurasan ta ostá mu
ma pánta tha `rchome ap’ t’ ápiro se séna
me to chamógeló su sti matiá mu
|