Την αγάπη δε φοβάμαι,
στα φτερά της θα πιαστώ,
ό, τι πιο καλό θυμάμαι
σε εκείνην το χρωστώ.
Κρύφτηκα και μου ‘πε “πάμε,
άσε με να σ’ οδηγώ”
γλίστρησα και μου ‘πε “να ‘μαι”,
σε κρατάω να σωθώ.
Κι αν το σχήμα της αλλάζει
κι άλλο πρόσωπο θα δω
αν ζητήσει να της δώσω,
πάλι θα παραδοθώ.
Κρύφτηκα και μου ‘πε “πάμε,
άσε με να σ’ οδηγώ”
γλίστρησα και μου ‘πε “να ‘μαι”,
σε κρατάω να σωθώ.
Στην αγάπη όποιος δειλιάζει
κλείνει πόρτα στο Θεό,
μόνος του καταδικάζει
το γλυκό του εαυτό.
|
Tin agápi de fováme,
sta fterá tis tha piastó,
ó, ti pio kaló thimáme
se ekinin to chrostó.
Kríftika ke mu ‘pe “páme,
áse me na s’ odigó”
glístrisa ke mu ‘pe “na ‘me”,
se kratáo na sothó.
Ki an to schíma tis allázi
ki állo prósopo tha do
an zitísi na tis dóso,
páli tha paradothó.
Kríftika ke mu ‘pe “páme,
áse me na s’ odigó”
glístrisa ke mu ‘pe “na ‘me”,
se kratáo na sothó.
Stin agápi ópios diliázi
klini pórta sto Theó,
mónos tu katadikázi
to glikó tu eaftó.
|