Στεκόμαστε γυμνοί απ’ όνειρα
κάτω απ’ τα μαύρα σύννεφα,
απόγονοι του τίποτα,
πελάτες της σιωπής.
Έχουμε τσέπες αδειανές
και στην καρδιά δυο μνήματα,
μια άδεια μποτίλια δίπλα στο κρεβάτι
είναι ο μόνος μας συγγενής.
Κορόνα γράμματα ποντάρουμε
το θάνατό μας,
την ίδια κλίση παίρνουμε
φλερτάροντας γκρεμούς
κι όταν δε θα `χουμε πια τίποτα δικό μας
ο έρωτας θα μας τσακίσει
και θα μας κάνει αληθινούς.
Θα μ’ αγαπάς, θα μ’ αγαπάς
μα δε θα φτάνει,
άγονη βροχή θα πέφτει πάνω μου
το χάδι σου
και εγώ σαν γέρικο σκυλί μες στο λιμάνι
και εγώ σαν γέρικο σκυλί μες στο λιμάνι
θα πεθαίνω στο πλάι σου,
θα πεθαίνω στο πλάι σου,
θα πεθαίνω στο πλάι σου…
|
Stekómaste gimni ap’ ónira
káto ap’ ta mavra sínnefa,
apógoni tu típota,
pelátes tis siopís.
Έchume tsépes adianés
ke stin kardiá dio mnímata,
mia ádia botília dípla sto kreváti
ine o mónos mas singenís.
Koróna grámmata pontárume
to thánató mas,
tin ídia klísi pernume
flertárontas gkremus
ki ótan de tha `chume pia típota dikó mas
o érotas tha mas tsakísi
ke tha mas káni alithinus.
Tha m’ agapás, tha m’ agapás
ma de tha ftáni,
ágoni vrochí tha péfti páno mu
to chádi su
ke egó san gériko skilí mes sto limáni
ke egó san gériko skilí mes sto limáni
tha petheno sto plái su,
tha petheno sto plái su,
tha petheno sto plái su…
|