Τα ’μπλεξα με μια μικρούλα στον Περαία μια βραδιά,
ήταν όμορφη σαν κούκλα και μου πήρε την καρδιά,
ήταν όμορφη σαν κούκλα και μου πήρε την καρδιά,
τα ’μπλεξα με μια μικρούλα στον Περαία μια βραδιά.
Κάθε βράδυ ο καημένος πήγαινα σαν τον τρελό,
να την έβρω στον Πειραία σ’ ένα σπίτι χαμηλό,
να την έβρω στον Περαία σ’ ένα σπίτι χαμηλό,
κάθε βράδυ ο καημένος πήγαινα σαν τον τρελό.
Έβγαινε και μου μιλούσε η μικρούλα η ποθητή,
μου ’λεγε πως μ’ αγαπούσε, μα δεν ήτανε πιστή,
μου ’λεγε πως μ’ αγαπούσε, μα δεν ήτανε πιστή,
έβγαινε και μου μιλούσε η μικρούλα η ποθητή.
Με αρνήθηκε και μ’ άλλον τώρα παίζει και γελά,
μα τα λόγια των εχθρών μου της γυρίσαν τα μυαλά,
μα τα λόγια των εχθρών μου της γυρίσαν τα μυαλά,
με αρνήθηκε και μ’ άλλον τώρα παίζει και γελά.
|
Ta ’bleksa me mia mikrula ston Perea mia vradiá,
ítan ómorfi san kukla ke mu píre tin kardiá,
ítan ómorfi san kukla ke mu píre tin kardiá,
ta ’bleksa me mia mikrula ston Perea mia vradiá.
Káthe vrádi o kaiménos pígena san ton treló,
na tin évro ston Pirea s’ éna spíti chamiló,
na tin évro ston Perea s’ éna spíti chamiló,
káthe vrádi o kaiménos pígena san ton treló.
Έvgene ke mu miluse i mikrula i pothití,
mu ’lege pos m’ agapuse, ma den ítane pistí,
mu ’lege pos m’ agapuse, ma den ítane pistí,
évgene ke mu miluse i mikrula i pothití.
Me arníthike ke m’ állon tóra pezi ke gelá,
ma ta lógia ton echthrón mu tis girísan ta mialá,
ma ta lógia ton echthrón mu tis girísan ta mialá,
me arníthike ke m’ állon tóra pezi ke gelá.
|