Όταν νυχτώνει, η μοναξιά θα σε κυκλώνει
κι η απουσία μου βουνό,
τοίχος μπροστά σου και πίσω το κενό,
όταν νυχτώνει, μόνη διέξοδος για σένα θα `μαι εγώ.
Θέλεις δε θέλεις θα με σκέπτεσαι,
θέλεις δε θέλεις θα πονάς,
πάλι στην πόρτα μου θα έρχεσαι,
θέλεις δε θέλεις θα μ’ αγαπάς.
Όταν χαράζει, θα `ναι η στιγμή που σε τρομάζει
κι η αγκαλιά σου αδειανή
κι όλα τριγύρω, μια απέραντη σιωπή,
όταν χαράζει, μόνο εμένανε θα θέλεις να `μαι εκεί.
Θέλεις δε θέλεις θα με σκέπτεσαι,
θέλεις δε θέλεις θα πονάς,
πάλι στην πόρτα μου θα έρχεσαι,
θέλεις δε θέλεις θα μ’ αγαπάς.
Πάλι στην πόρτα μου θα έρχεσαι,
θέλεις δε θέλεις θα μ’ αγαπάς.
|
Όtan nichtóni, i monaksiá tha se kiklóni
ki i apusía mu vunó,
tichos brostá su ke píso to kenó,
ótan nichtóni, móni diéksodos gia séna tha `me egó.
Thélis de thélis tha me sképtese,
thélis de thélis tha ponás,
páli stin pórta mu tha érchese,
thélis de thélis tha m’ agapás.
Όtan charázi, tha `ne i stigmí pu se tromázi
ki i agkaliá su adianí
ki óla trigiro, mia apéranti siopí,
ótan charázi, móno eménane tha thélis na `me eki.
Thélis de thélis tha me sképtese,
thélis de thélis tha ponás,
páli stin pórta mu tha érchese,
thélis de thélis tha m’ agapás.
Páli stin pórta mu tha érchese,
thélis de thélis tha m’ agapás.
|