Άκουσε να σου πω σήμερα είναι η σειρά μου να πλύνω.
Σειρά σου, σειρά μου δεν έχει. Εγώ έχω ξένα ρούχα να παραδώσω τ’ ακούς;
Απ’ τον καιρό που ήρθες μες στην αυλή, άνω κάτω μας έχεις κάνει.
Άμα δε σου γουστάρει στρίβε απ’ εδώ. Α στα κομμάτια!
“Μα τι βιολί είναι αυτό με σας βρε αδελφέ να μην μας αφήνετε να κοιμηθούμε.
Πότε με τις μπουγάδες σας, πότε με τα σφουγγαρίσματα, ωχ βρε αδερφέ επιτέλους πια!”
Ορίστε κι ένα φιγουρίνι που παρουσιάστηκε. Α στο διάολο από δω πέρα!
Είμαι πλύστρα φοβερή,
σιδερώστρα τρομερή,
πλένω, απλώνω, σιδερώνω
και τα χρέη μου πληρώνω.
Τι καυγάδες στην αυλή,
τι ξερίζωμα μαλλί,
τι βρισιές η μια την άλλη,
μου ζαλίσαν το κεφάλι.
Θα κρυώσει το νερό,
τον κακό μου τον καιρό,
δεν αντέχω πια νισάφι,
θα με φάει αυτή η σκάφη.
Η ομορφιά μου θα χαθεί,
ένας άντρας θα βρεθεί
να με πάρει να γλιτώσω,
πούντιασα θα πλευριτώσω.
Τι τραβάω η φτωχή,
σήμερα έχουμε βροχή,
συμφορά μου τύχη πού `χα,
δεν στεγνώσανε τα ρούχα.
|
Άkuse na su po símera ine i sirá mu na plíno.
Sirá su, sirá mu den échi. Egó écho kséna rucha na paradóso t’ akus;
Ap’ ton keró pu írthes mes stin avlí, áno káto mas échis káni.
Άma de su gustári stríve ap’ edó. A sta kommátia!
“Ma ti violí ine aftó me sas vre adelfé na min mas afínete na kimithume.
Póte me tis bugádes sas, póte me ta sfungarísmata, och vre aderfé epitélus pia!”
Oríste ki éna figuríni pu parusiástike. A sto diáolo apó do péra!
Ime plístra foverí,
sideróstra tromerí,
pléno, aplóno, sideróno
ke ta chréi mu pliróno.
Ti kavgádes stin avlí,
ti kserízoma mallí,
ti vrisiés i mia tin álli,
mu zalísan to kefáli.
Tha kriósi to neró,
ton kakó mu ton keró,
den antécho pia nisáfi,
tha me fái aftí i skáfi.
I omorfiá mu tha chathi,
énas ántras tha vrethi
na me pári na glitóso,
puntiasa tha plevritóso.
Ti traváo i ftochí,
símera échume vrochí,
simforá mu tíchi pu `cha,
den stegnósane ta rucha.
|