Παραδομένος σε μια μοίρα σκοτεινή
έτσι αφημένος σ’ ένα απόκοσμο παζάρι
να υποφέρω από μια δύναμη κρυφή
με τα κουρέλια μου να ντύνω το φεγγάρι
Γελώντας λούζομαι σε βιβλικές βροχές
κι αν σκοτεινιάζω αγάπη μου μη με φοβάσαι
γιατί ευωδιάζουν αγριοκέρασα οι σιωπές
που με τυλίγουν σαν ομίχλη όταν κοιμάσαι
Την ερημιά μου τη στοιχειώνουνε φωνές
πονάει η μνήμη μου κι σκούζει σαν θηρίο
και έτσι για πάντα θα γεμίζω μ’ ενοχές
για τα γλυκά απελπισμένα σου αντίο
Και εγώ που πάντα ήθελα μέσα σου να ζήσω
σφαδάζω κάτω από έναν ξένο αστερισμό
ήρθα εδώ για να υποφέρω, ν’ αγαπήσω
και να χαθώ.
|
Paradoménos se mia mira skotiní
étsi afiménos s’ éna apókosmo pazári
na ipoféro apó mia dínami krifí
me ta kurélia mu na ntíno to fengári
Gelóntas luzome se vivlikés vrochés
ki an skotiniázo agápi mu mi me fováse
giatí evodiázun agriokérasa i siopés
pu me tilígun san omíchli ótan kimáse
Tin erimiá mu ti stichiónune fonés
ponái i mními mu ki skuzi san thirío
ke étsi gia pánta tha gemízo m’ enochés
gia ta gliká apelpisména su antío
Ke egó pu pánta íthela mésa su na zíso
sfadázo káto apó énan kséno asterismó
írtha edó gia na ipoféro, n’ agapíso
ke na chathó.
|