Τα παιδιά οικογενείας, της επαρχίας,
Δε φλερτάρουν ποτέ δημοσία,
Δε φλερτάρουν ποτέ στην πλατεία·
Τα παιδιά οικογενείας,
Συχνάζουν στης Μαντάμ Βιργινίας.
Τα παιδιά οικογενείας, της επαρχίας,
Κάνουν γάμο στα είκοσι τρία,
Και διαβάζουν, κρυφά, ανά τρία,
Ιατρό οικογενείας, και τρέχουν,
Στης Μαντάμ Βιργινίας.
Στην κάμαρή της, με το γιασεμί,
Πρωτόδαμε ολόγυμνο κορμί,
Πρωτόδαμε γυμνά τα σώματά μας,
Με τον παρά μας.
Τη αλεγρία στο σπίτι της Μαντάμ,
Απ’ το κρεβάτι ακούγαμε το τραμ,
Του χρόνου φεύγω με την ταχεία,
Από την επαρχία.
Τις Κυριακές έπεφτε κόσμος λαϊκός,
Υποδεχόταν’ η Μαντάμ προσωπικός,
Τις Κυριακές μια μουσική λησμονημένη,
Αχ νά ’χα μια δική μου αγαπημένη,
Και έπαιζε φυσαρμόνικα, η Μόνικα.
Οι φίλοι αμίλητοι στο σπίτι της Μαντάμ,
Την Κυριακή δεν πέρναγε το Τραμ,
Και τα κορίτσια είχαν κάνει απεργία,
Αχ, τα καλά παιδιά στην επαρχία,
Τους παίζει φυσαρμόνικα, η Μόνικα.
|
Ta pediá ikogenias, tis eparchías,
De flertárun poté dimosía,
De flertárun poté stin platia·
Ta pediá ikogenias,
Sichnázun stis Mantám Irginías.
Ta pediá ikogenias, tis eparchías,
Kánun gámo sta ikosi tría,
Ke diavázun, krifá, aná tría,
Iatró ikogenias, ke tréchun,
Stis Mantám Irginías.
Stin kámarí tis, me to giasemí,
Protódame ológimno kormí,
Protódame gimná ta sómatá mas,
Me ton pará mas.
Ti alegría sto spíti tis Mantám,
Ap’ to kreváti akugame to tram,
Tu chrónu fevgo me tin tachia,
Apó tin eparchía.
Tis Kiriakés épefte kósmos laikós,
Ipodechótan’ i Mantám prosopikós,
Tis Kiriakés mia musikí lismoniméni,
Ach ná ’cha mia dikí mu agapiméni,
Ke épeze fisarmónika, i Mónika.
I fíli amíliti sto spíti tis Mantám,
Tin Kiriakí den pérnage to Tram,
Ke ta korítsia ichan káni apergia,
Ach, ta kalá pediá stin eparchía,
Tus pezi fisarmónika, i Mónika.
|