Σου στέλνω αυτό το γράμμα βγαλμένο
απ’τα πιο σκοτεινά υλικά του θανάτου της ψυχής μου.
Το σώμα μου, ένα κοχύλι που κάποτε μέσα του πλάγιαζες
αργεί τώρα, κάτω από βρώμικα σεντόνια,
αποζητώντας τα μέλη του στ’ απομεινάρια μιας θυσίας.
Οι μέρες εδώ κυλούν σαν μικρά πεπρωμένα του τίποτα
που κατεργάζονται την εκμηδένιση μου,
θρυμματίζουν όλα μου τα άστρα
και μ’ αποδίδουν ξανά στο κενό διάστημα,
στα ερωτηματικά και τους τρόμους.
Στα γράφω όλα αυτά, αυτή τη νύχτα
καθώς πίνω το τελευταίο μου ποτό με το Διάβολο
και φυσάει μι’ αργόσυρτη βροχή,
φορτωμένη μ’ αναμνήσεις κι αποχαιρετισμούς
και την ανία της ζωής χωρίς εσένα.
Τώρα ξέρεις γιατί δεν απαντώ.
Ξέρεις το τίμημα που πληρώνω.
|
Su stélno aftó to grámma vgalméno
ap’ta pio skotiná iliká tu thanátu tis psichís mu.
To sóma mu, éna kochíli pu kápote mésa tu plágiazes
argi tóra, káto apó vrómika sentónia,
apozitóntas ta méli tu st’ apominária mias thisías.
I méres edó kilun san mikrá peproména tu típota
pu katergázonte tin ekmidénisi mu,
thrimmatízun óla mu ta ástra
ke m’ apodídun ksaná sto kenó diástima,
sta erotimatiká ke tus trómus.
Sta gráfo óla aftá, aftí ti níchta
kathós píno to telefteo mu potó me to Diávolo
ke fisái mi’ argósirti vrochí,
fortoméni m’ anamnísis ki apocheretismus
ke tin anía tis zoís chorís eséna.
Tóra kséris giatí den apantó.
Kséris to tímima pu pliróno.
|