Σβήνει το φως
από τα μάτια μου
κι όλα όσα έζησα
μπρος μου περνάνε.
Στέκομαι εδώ
στον τελευταίο σταθμό
με όλα όσα αγάπησα
και πήγαν χαμένα.
Δε μετανιώνω πια,
όλα ή τίποτα,
δάσος και ερημιά,
αυτή ήταν η ψυχή μου,
πάει πια.
Σαν νοσταλγώ
πουλιά με παν μακριά,
πόνο δεν νιώθω πια
μόνο θυμάμαι.
Πάντα έλεγες
πως η ζωή είν’ στιγμές,
κύμα που σκάει σ’ ακτές,
κερί που λιώνει.
Δε μετανιώνω πια
όλα ή τίποτα,
δάσος και ερημιά,
αυτή ήταν η ψυχή μου,
πάει πια.
Δεν κόβεται στα δύο η ζωή
είναι ήλιος και μαζί βροχή
κι ούτε για μια αιωνιότητα
δεν θ’ άλλαζα μια μέρα απ’ αυτή.
Δεν κόβεται στα δύο η ζωή
είναι κόλαση, παράδεισος μαζί
κι αυτά που έζησα
είτε άσχημα, είτε όμορφα
ήσαν εγώ κι εσύ.
Δεν κόβεται στα δύο η ζωή
είναι ήλιος και βροχή μαζί.
|
Svíni to fos
apó ta mátia mu
ki óla ósa ézisa
bros mu pernáne.
Stékome edó
ston telefteo stathmó
me óla ósa agápisa
ke pígan chaména.
De metanióno pia,
óla í típota,
dásos ke erimiá,
aftí ítan i psichí mu,
pái pia.
San nostalgó
puliá me pan makriá,
póno den niótho pia
móno thimáme.
Pánta éleges
pos i zoí in’ stigmés,
kíma pu skái s’ aktés,
kerí pu lióni.
De metanióno pia
óla í típota,
dásos ke erimiá,
aftí ítan i psichí mu,
pái pia.
Den kóvete sta dío i zoí
ine ílios ke mazí vrochí
ki ute gia mia eoniótita
den th’ állaza mia méra ap’ aftí.
Den kóvete sta dío i zoí
ine kólasi, parádisos mazí
ki aftá pu ézisa
ite áschima, ite ómorfa
ísan egó ki esí.
Den kóvete sta dío i zoí
ine ílios ke vrochí mazí.
|