Τώρα το ξέρω, δε θα γυρίσεις,
κι εγώ μονάχος μου θα ζω,
και δε θα φτάνουν οι αναμνήσεις
να μου μερώσουν τον καημό.
Την καρδιά προσπαθώ να γελάσω
και το δάκρυ μου πνίγω μην κλάψω
και της λέω πως θα ‘ρθεις ξανά,
κι η καρδιά μου συνέχεια ρωτάει,
“που ‘ν’ αυτή που τρελά σ’ αγαπάει;”
μα εσύ πουθενά, μα εσύ, μα εσύ πουθενά.
Ψέματα λέω και στην καρδιά μου
γιατί φοβάμαι να της το πω,
πως σβήσαν όλα τα όνειρά μου
απ’ το δικό σου χωρισμό.
Την καρδιά προσπαθώ να γελάσω
και το δάκρυ μου πνίγω μην κλάψω
και της λέω πως θα ‘ρθεις ξανά,
κι η καρδιά μου συνέχεια ρωτάει,
“που `ν’ αυτή που τρελά σ’ αγαπάει;”
μα εσύ πουθενά, μα εσύ, μα εσύ πουθενά.
|
Tóra to kséro, de tha girísis,
ki egó monáchos mu tha zo,
ke de tha ftánun i anamnísis
na mu merósun ton kaimó.
Tin kardiá prospathó na geláso
ke to dákri mu pnígo min klápso
ke tis léo pos tha ‘rthis ksaná,
ki i kardiá mu sinéchia rotái,
“pu ‘n’ aftí pu trelá s’ agapái;”
ma esí puthená, ma esí, ma esí puthená.
Psémata léo ke stin kardiá mu
giatí fováme na tis to po,
pos svísan óla ta ónirá mu
ap’ to dikó su chorismó.
Tin kardiá prospathó na geláso
ke to dákri mu pnígo min klápso
ke tis léo pos tha ‘rthis ksaná,
ki i kardiá mu sinéchia rotái,
“pu `n’ aftí pu trelá s’ agapái;”
ma esí puthená, ma esí, ma esí puthená.
|