Στις χαρτούδες και στις γύφτισσες γυρνώ
για να μάθω που γυρίζεις και τι κάνεις,
στην καρδιά μου, τώρα, μου `βαλες στοιχειό,
με τα κόλπα σου αυτά θα με πεθάνεις,
στην καρδιά μου, τώρα, μου `βαλες στοιχειό,
με τα κόλπα σου αυτά θα με πεθάνεις.
Εγώ που ‘μουνα ελεύθερο πουλί
και δεν ίδρωνε τ’ αυτί μου για καμία,
πώς κατάφερες να σ’ αγαπώ πολύ
κι ας μου έδειξες μεγάλη αχαριστία,
πώς κατάφερες να σ’ αγαπώ πολύ
κι ας μου έδειξες μεγάλη αχαριστία.
Εγώ πήρα, τώρα, δρόμους και στενά
και ρωτώ τις καφετζούδες να μου πούνε,
το φλιτζάνι μου για σε τι μαρτυρά
κι όλοι οι φίλοι για κορόιδο με περνούνε,
το φλιτζάνι μου για σε τι μαρτυρά
κι όλοι οι φίλοι για κορόιδο με περνούνε.
|
Stis chartudes ke stis giftisses girnó
gia na mátho pu girízis ke ti kánis,
stin kardiá mu, tóra, mu `vales stichió,
me ta kólpa su aftá tha me pethánis,
stin kardiá mu, tóra, mu `vales stichió,
me ta kólpa su aftá tha me pethánis.
Egó pu ‘muna elefthero pulí
ke den ídrone t’ aftí mu gia kamía,
pós katáferes na s’ agapó polí
ki as mu édikses megáli acharistía,
pós katáferes na s’ agapó polí
ki as mu édikses megáli acharistía.
Egó píra, tóra, drómus ke stená
ke rotó tis kafetzudes na mu pune,
to flitzáni mu gia se ti martirá
ki óli i fíli gia koróido me pernune,
to flitzáni mu gia se ti martirá
ki óli i fíli gia koróido me pernune.
|