Σ’ αυτό το σπίτι, σ’ αυτή την πόρτα,
δε σε χωράει να ξαναμπείς,
δε σ’ αγαπάει, δεν λαχταράει,
δε σε ζητάει αγάπη μου κανείς,
δε σε ζητάει αγάπη μου κανείς.
Αυτό το δρόμο που έχεις πάρει
και με καμάρι τον περπατάς,
είναι ο δρόμος που θα σε βγάλει
στο μονοπάτι της μαύρης συμφοράς,
στο μονοπάτι της μαύρης συμφοράς.
Εγώ δε θέλω να υποφέρεις
αφού το ξέρεις πως σ’ αγαπώ,
κι όμως κοντά σου δε θα με φέρεις
γιατί το λάθος σου ποτέ δε συγχωρώ,
γιατί το λάθος σου ποτέ δε συγχωρώ.
|
S’ aftó to spíti, s’ aftí tin pórta,
de se chorái na ksanabis,
de s’ agapái, den lachtarái,
de se zitái agápi mu kanis,
de se zitái agápi mu kanis.
Aftó to drómo pu échis pári
ke me kamári ton perpatás,
ine o drómos pu tha se vgáli
sto monopáti tis mavris simforás,
sto monopáti tis mavris simforás.
Egó de thélo na ipoféris
afu to kséris pos s’ agapó,
ki ómos kontá su de tha me féris
giatí to láthos su poté de sigchoró,
giatí to láthos su poté de sigchoró.
|