Η βροχή δε σταματάει στο λιμάνι
ώρες τώρα και δεν έχει τελειωμό
ένας θρήνος σιγανός στ’ αυτί μου φτάνει
κάποιας άγνωστης που κλαίει με λυγμό
Πόσες ψυχές δε συναντάς
όταν η νύχτα φτάνει
πλοία που δε γυρίζουνε
ποτέ τους σε λιμάνι
Ένας ναύτης μεθυσμένος που τρικλίζει
σαν καράβι στη φουρτούνα περπατά
δυο κουβέντες στη κοπέλα ψιθυρίζει
και εκείνη απελπισμένη τον κοιτά
Πόσες ψυχές δε συναντάς
όταν η νύχτα φτάνει
πλοία που δε γυρίζουνε
ποτέ τους σε λιμάνι
|
I vrochí de stamatái sto limáni
óres tóra ke den échi teliomó
énas thrínos siganós st’ aftí mu ftáni
kápias ágnostis pu klei me ligmó
Póses psichés de sinantás
ótan i níchta ftáni
plia pu de girízune
poté tus se limáni
Έnas naftis methisménos pu triklízi
san karávi sti furtuna perpatá
dio kuvéntes sti kopéla psithirízi
ke ekini apelpisméni ton kitá
Póses psichés de sinantás
ótan i níchta ftáni
plia pu de girízune
poté tus se limáni
|