Κεντώ στου πόνου τα λινά
πάλι τη θύμησή σου
δάκρυ, βελόνα και κλωστή
κι όσα έζησα μαζί σου
Κόκκινο βάζω στην καρδιά
πράσινο στην ελπίδα
και μαύρο για την ξενιτιά
που μες στα μάτια σου είδα
Μόνο το μαύρο χαίρεται
κι από χαρά γελάει
που γέμισε όλη την καρδιά
και η ψυχή πονάει
Κεντώ στου φεγγαριού το φως
σύννεφα με το γκρίζο
και αναστεναγμός βαθύς
βγαίνει κι εγώ δακρύζω
Το θαλασσί του ουρανού
θλιμμένο με κοιτάζει
κι όλο το μπλε της θάλασσας
κλαίει κι αναστενάζει
Μόνο το μαύρο χαίρεται
κι από χαρά γελάει
που γέμισε όλη την καρδιά
και η ψυχή πονάει
|
Kentó stu pónu ta liná
páli ti thímisí su
dákri, velóna ke klostí
ki ósa ézisa mazí su
Kókkino vázo stin kardiá
prásino stin elpída
ke mavro gia tin ksenitiá
pu mes sta mátia su ida
Móno to mavro cherete
ki apó chará gelái
pu gémise óli tin kardiá
ke i psichí ponái
Kentó stu fengariu to fos
sínnefa me to gkrízo
ke anastenagmós vathís
vgeni ki egó dakrízo
To thalassí tu uranu
thlimméno me kitázi
ki ólo to ble tis thálassas
klei ki anastenázi
Móno to mavro cherete
ki apó chará gelái
pu gémise óli tin kardiá
ke i psichí ponái
|