Θέλω να τρέξω πάνω σου σαν παιδί
που τρέχει στη μάνα όταν γυρίζει απ’τη δουλειά
ή όταν το παίρνει απ’την αλάνα.
Θέλω να τρέξω πίσω σου σαν σκυλί που ψάχνει ένα χάδι.
Σαν ένα όνειρο βαθύ που αναζητά σκοτάδι.
Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ…
Είμαι άβουλο θεριό,
κρεμασμένο απ’τα δυο σου τα χείλη.
Κι ένα κύμα μικρό, με ξεβράζει υγρό
στη στεριά σου σαν να `μουν κοχύλι.
Θέλω ν’ αφήσω πάνω σου μια ανάσα ζεστή κι ιδρωμένη.
Όπως του έρωτα φιλί…
Στο σώμα σου να μένει…
|
Thélo na trékso páno su san pedí
pu tréchi sti mána ótan girízi ap’ti duliá
í ótan to perni ap’tin alána.
Thélo na trékso píso su san skilí pu psáchni éna chádi.
San éna óniro vathí pu anazitá skotádi.
S’ agapó, s’ agapó…
Ime ávulo therió,
kremasméno ap’ta dio su ta chili.
Ki éna kíma mikró, me ksevrázi igró
sti steriá su san na `mun kochíli.
Thélo n’ afíso páno su mia anása zestí ki idroméni.
Όpos tu érota filí…
Sto sóma su na méni…
|