Στο πανηγύρι του τρελού ποιος θα χορέψει;
Ποιος στη φωτιά θα ρίξει πρώτος την καρδιά;
Η γριά φαφούτα, η Μαριώ, που έχει θρέψει
με το βυζί της του χωριού μας τα παιδιά.
Στο πανηγύρι του τρελού ποιος θα γελάσει,
με τον παλιάτσο που όλο πέφτει και γελά,
και με τον έμπορα που απ’ ώρα έχει βραχνιάσει,
να διαλαλεί όλου του κόσμου τα καλά;
Στο πανηγύρι του τρελού ποιος θα δακρύσει,
με το ρακένδυτο τον Γιάννη, τον μπεκρή,
που του ‘χει ο Χάρος το σημάδι του αφήσει,
όταν του πήρε μιαν αγάπη του μικρή;
Στο πανηγύρι του τρελού μιλούν οι πέτρες,
σύννεφα κλαίνε, κι ο βοριά με τον νοτιά
βγάζουνε βέλη από πύρινες φαρέτρες
και κόσμους χτίζουνε μ’ ατσάλι και φωτιά.
Στο πανηγύρι του τρελού, κάποιον προφήτη,
μου ‘παν πως κάτω στο ποτάμι θα τον βρω,
τα παλληκάρια να βαφτίζει μες στην κοίτη,
που θα πεθάνουν κάποια μέρα στο σταυρό.
Στο πανηγύρι του τρελού δεν είμαι μόνος,
ορδές ξεχύνονται στο νου μου οι λαοί,
και στην καρδιά μου σμίγει ο τόπος και ο χρόνος,
να γεννηθούν και να πεθάνουν οι θεοί.
|
Sto panigiri tu trelu pios tha chorépsi;
Pios sti fotiá tha ríksi prótos tin kardiá;
I griá fafuta, i Marió, pu échi thrépsi
me to vizí tis tu choriu mas ta pediá.
Sto panigiri tu trelu pios tha gelási,
me ton paliátso pu ólo péfti ke gelá,
ke me ton ébora pu ap’ óra échi vrachniási,
na dialali ólu tu kósmu ta kalá;
Sto panigiri tu trelu pios tha dakrísi,
me to rakéndito ton Giánni, ton bekrí,
pu tu ‘chi o Cháros to simádi tu afísi,
ótan tu píre mian agápi tu mikrí;
Sto panigiri tu trelu milun i pétres,
sínnefa klene, ki o voriá me ton notiá
vgázune véli apó pírines farétres
ke kósmus chtízune m’ atsáli ke fotiá.
Sto panigiri tu trelu, kápion profíti,
mu ‘pan pos káto sto potámi tha ton vro,
ta pallikária na vaftízi mes stin kiti,
pu tha pethánun kápia méra sto stavró.
Sto panigiri tu trelu den ime mónos,
ordés ksechínonte sto nu mu i lai,
ke stin kardiá mu smígi o tópos ke o chrónos,
na gennithun ke na pethánun i thei.
|