Το πιάνο στη γωνιά να παίζει νότες,
τραγούδια για μι’ αγάπη ξεχασμένη,
θυμάμαι, σαν σε όνειρο, μου το `πες,
η αγάπη, μάτια μου, πως δεν πεθαίνει.
Θυμάμαι, όταν βγαίναμε παρέα,
θυμάμαι, με κρατούσες αγκαλιά,
θυμάμαι, το φεγγάρι να στεγνώνει,
τις νύχτες, τα βρεμένα σου μαλλιά,
θυμάμαι, όταν βγαίναμε παρέα,
θυμάμαι, με κρατούσες αγκαλιά.
Το πιάνο στη γωνιά τώρα σωπαίνει,
εκείνη έχει φύγει πια για πάντα,
μα κάποια μελωδία, μια μπαλάντα,
το νου και την ψυχή μου ανασταίνει.
Θυμάμαι, όταν βγαίναμε παρέα,
θυμάμαι, με κρατούσες αγκαλιά,
θυμάμαι, το φεγγάρι να στεγνώνει,
τις νύχτες, τα βρεμένα σου μαλλιά,
θυμάμαι, όταν βγαίναμε παρέα,
θυμάμαι, με κρατούσες αγκαλιά.
|
To piáno sti goniá na pezi nótes,
tragudia gia mi’ agápi ksechasméni,
thimáme, san se óniro, mu to `pes,
i agápi, mátia mu, pos den petheni.
Thimáme, ótan vgename paréa,
thimáme, me kratuses agkaliá,
thimáme, to fengári na stegnóni,
tis níchtes, ta vreména su malliá,
thimáme, ótan vgename paréa,
thimáme, me kratuses agkaliá.
To piáno sti goniá tóra sopeni,
ekini échi fígi pia gia pánta,
ma kápia melodía, mia balánta,
to nu ke tin psichí mu anasteni.
Thimáme, ótan vgename paréa,
thimáme, me kratuses agkaliá,
thimáme, to fengári na stegnóni,
tis níchtes, ta vreména su malliá,
thimáme, ótan vgename paréa,
thimáme, me kratuses agkaliá.
|