Πήρα το δρόμο τον μακρύ
πήρες κι εσύ το μονοπάτι
κι απ’ την αγάπη την πικρή
είχα κι εγώ κρατήσει κάτι.
Μα πέτρα βρήκε το χαρτί
και πριν του ήλιου η πόρτα κλείσει
θα ‘χουμε δει σε μια κορφή
του χωριανού μας το ξωκλήσι.
Κι εκεί στην ήμερη πλαγιά
με το χαμόγελο τ’ αγέρα
θα ‘μαι του κόσμου Παναγιά
θα ‘μαι του πόνου σου μητέρα.
Πριν να μας μοίραζε η αυγή
με τ’ ανθισμένο της το χέρι
ήσουνα δάκρυ και πληγή
κι ήμουνα βάλσαμο κι αστέρι.
|
Píra to drómo ton makrí
píres ki esí to monopáti
ki ap’ tin agápi tin pikrí
icha ki egó kratísi káti.
Ma pétra vríke to chartí
ke prin tu íliu i pórta klisi
tha ‘chume di se mia korfí
tu chorianu mas to ksoklísi.
Ki eki stin ímeri plagiá
me to chamógelo t’ agéra
tha ‘me tu kósmu Panagiá
tha ‘me tu pónu su mitéra.
Prin na mas miraze i avgí
me t’ anthisméno tis to chéri
ísuna dákri ke pligí
ki ímuna válsamo ki astéri.
|