Σ’ αυτό το έρμο το μονοπάτι
κοντά σου πες μου πως βρέθηκα,
με μαύρα δάκρυα το ‘χω ποτήσει
και τη ζωή μου βαρέθηκα.
Μ’ έφαγες, μ’ έφαγες, που να μη δεις χαΐρι,
για το φέρσιμό σ’ αυτό θα κάνω χαρακίρι,
μ’ έφαγες, μ’ έφαγες, που να μη δεις χαΐρι,
για το φέρσιμό σου αυτό θα κάνω χαρακίρι.
Ήτανε μεγάλη η αδικία,
μα πιο μεγάλη η συμφορά,
στα μαύρα χέρια σου, καρδιά μπαμπέσσα,
δε ξαναπέφτω άλλη φορά.
Μ’ έφαγες, μ’ έφαγες, που να μη δεις χαΐρι,
για το φέρσιμό σου αυτό θα κάνω χαρακίρι.
Θα ‘ρθει μια μέρα το μονοπάτι,
που θα σε φέρει μπρος στο γκρεμό,
να κάνεις εύχομαι, αυτό που κάνω,
για να γνωρίσεις το άδικο.
Μ’ έφαγες, μ’ έφαγες, που να μη δεις χαΐρι,
για το φέρσιμό σου αυτό θα κάνω χαρακίρι.
|
S’ aftó to érmo to monopáti
kontá su pes mu pos vréthika,
me mavra dákria to ‘cho potísi
ke ti zoí mu varéthika.
M’ éfages, m’ éfages, pu na mi dis chaΐri,
gia to férsimó s’ aftó tha káno charakíri,
m’ éfages, m’ éfages, pu na mi dis chaΐri,
gia to férsimó su aftó tha káno charakíri.
Ήtane megáli i adikía,
ma pio megáli i simforá,
sta mavra chéria su, kardiá babéssa,
de ksanapéfto álli forá.
M’ éfages, m’ éfages, pu na mi dis chaΐri,
gia to férsimó su aftó tha káno charakíri.
Tha ‘rthi mia méra to monopáti,
pu tha se féri bros sto gkremó,
na kánis efchome, aftó pu káno,
gia na gnorísis to ádiko.
M’ éfages, m’ éfages, pu na mi dis chaΐri,
gia to férsimó su aftó tha káno charakíri.
|