Γαλάζια πεύκα τρέχουν στο μυαλό μου
σε τούτη την αξέχαστη εκδρομή,
τα σύνεργα σκουριάσαν στο γυλιό μου,
βαρέθηκα να είμαι στη γραμμή.
Στη γραμμή σαν στρατιώτες που πηγαίνουν
στον άλλο κόσμο, που γυρνούν και δεν πεθαίνουν.
Γυναίκες μαύρες κι είναι τρομαγμένες,
τσιγκέλι ο κόσμος δίχως ουρανό.
Στραγγίζει το κορμί μου στους μπαξέδες,
με γδέρνουν σαν μοσχάρι και πονώ.
Δεν είμ’ εδώ γι’ αυτούς που με ζητάνε
είναι κλειστό το μαγαζί και δεν πουλάμε.
Αράζουν οι χωριάτες στα βαγόνια
και τρώνε το κασέρι με ψωμί,
στα μάτια τους τα τρομαγμένα χρόνια,
χάρτινα χρόνια, χάρτινη ζωή.
Δεν είμαι `γω αυτός που κυνηγάτε
λάθος η πόρτα και ο αριθμός μη με ρωτάτε.
Πικρός αέρας μέσα στη ζωή μου
παραμονεύει ο θάνατος κρυφά
μη μου χαλάς αυτή την εκδρομή μου
μη με γυρίζεις πίσω στα στενά.
Αυτά που θέλω να σου πω δεν τα θυμάσαι
κλείνεις τα μάτια, μα το ξέρω δεν κοιμάσαι.
|
Galázia pefka tréchun sto mialó mu
se tuti tin akséchasti ekdromí,
ta sínerga skuriásan sto gilió mu,
varéthika na ime sti grammí.
Sti grammí san stratiótes pu pigenun
ston állo kósmo, pu girnun ke den pethenun.
Ginekes mavres ki ine tromagménes,
tsigkéli o kósmos díchos uranó.
Strangizi to kormí mu stus baksédes,
me gdérnun san moschári ke ponó.
Den im’ edó gi’ aftus pu me zitáne
ine klistó to magazí ke den puláme.
Arázun i choriátes sta vagónia
ke tróne to kaséri me psomí,
sta mátia tus ta tromagména chrónia,
chártina chrónia, chártini zoí.
Den ime `go aftós pu kinigáte
láthos i pórta ke o arithmós mi me rotáte.
Pikrós aéras mésa sti zoí mu
paramonevi o thánatos krifá
mi mu chalás aftí tin ekdromí mu
mi me girízis píso sta stená.
Aftá pu thélo na su po den ta thimáse
klinis ta mátia, ma to kséro den kimáse.
|