Τύμπανα παίζω στα κρυφά μονοπάτια,
τύμπανα παίζω στα δάση.
Περιφέρουν οι λαοί τη ρίζα μου,
περιφέρουν οι λαοί την καρδιά μου.
Οι δρόμοι ανοίγουν πληγές,
ανάβουν φωτιές στα σπίτια,
στα στρατόπεδα ανάβουνε φώτα.
Οι λύκοι ουρλιάζουν τις νύχτες
πανδαιμόνιο στους βράχους
μπήγουν τα νύχια στα μάτια τους,
η σιωπή παγώνει στα δέντρα.
Τύμπανα παίζω στα κρυφά μονοπάτια,
τύμπανα παίζω στα δάση.
Αφήνω την έρημο, το βαθύ μου ποτάμι,
κατεβαίνω σκάλες γυρτές στους δρόμους
κατεβαίνω εγώ ο ταπεινός ο δούλος σας
ανάμεσα στο λαό μου.
Στη φωτιά να ριχτεί αυτός που κουράστηκε
και θέλει μόνο την ακίνητη μάσκα
αυτός που δεν αλλάζει το βήμα,
το γέλιο, το ρυθμό,
τη σιωπή στη νέα του πόλη.
Τύμπανα παίζω στα κρυφά μονοπάτια,
τύμπανα παίζω στα δάση.
Αφήνω τότε την έρημο, αφήνω τα άνθη.
Το επίπεδο έπεσε πάνω στο άλλο,
ζητάει το εκμαγείο, αγωνίζεται,
σε λίγο θα ανατιναχθεί.
Ποιος είναι για νέα σημαία;
Αφήνω τους αγρούς,
την γιορτή, τις καμπάνες.
Αφήνω την έρημο,
το βαθύ μου ποτάμι.
Τύμπανα παίζω στα κρυφά μονοπάτια,
τύμπανα παίζω στα δάση.
|
Tíbana pezo sta krifá monopátia,
tíbana pezo sta dási.
Periférun i lai ti ríza mu,
periférun i lai tin kardiá mu.
I drómi anigun pligés,
anávun fotiés sta spítia,
sta stratópeda anávune fóta.
I líki urliázun tis níchtes
pandemónio stus vráchus
bígun ta níchia sta mátia tus,
i siopí pagóni sta déntra.
Tíbana pezo sta krifá monopátia,
tíbana pezo sta dási.
Afíno tin érimo, to vathí mu potámi,
kateveno skáles girtés stus drómus
kateveno egó o tapinós o dulos sas
anámesa sto laó mu.
Sti fotiá na richti aftós pu kurástike
ke théli móno tin akíniti máska
aftós pu den allázi to víma,
to gélio, to rithmó,
ti siopí sti néa tu póli.
Tíbana pezo sta krifá monopátia,
tíbana pezo sta dási.
Afíno tóte tin érimo, afíno ta ánthi.
To epípedo épese páno sto állo,
zitái to ekmagio, agonízete,
se lígo tha anatinachthi.
Pios ine gia néa simea;
Afíno tus agrus,
tin giortí, tis kabánes.
Afíno tin érimo,
to vathí mu potámi.
Tíbana pezo sta krifá monopátia,
tíbana pezo sta dási.
|