Χάθηκες και ένας άγγελος
τη θέση σου έχει πάρει
στου μπάρμπα Σιδερή
τον καφενέ…
Να στρίβει τις φτερούγες του
τον πήραμε χαμπάρι
καθώς βροντάει το ζάρι
σαν πίνει ναργιλέ.
Χάθηκες και ένας άγγελος
σου ζήλεψε το μπόι
και μ’ ασικλίκι
πιάνει τη γωνιά…
Και αρχινάει, όπως κι εσύ,
το ίδιο μοιρολόι
χτυπάει το κομπολόι
και βρίζει το ντουνιά.
Χάθηκες και ένας άγγελος
επήρε τ΄όνομά σου
και την ψυχή σου
βάζει ρεφενέ…
Κι ανοίγει το κομπόδεμα
που ‘χες μες στην καρδιά σου
κερνάει τη λεβεντιά σου
σε ούζα και καφέ.
|
Cháthikes ke énas ángelos
ti thési su échi pári
stu bárba Siderí
ton kafené…
Na strívi tis fteruges tu
ton pírame chabári
kathós vrontái to zári
san píni nargilé.
Cháthikes ke énas ángelos
su zílepse to bói
ke m’ asiklíki
piáni ti goniá…
Ke archinái, ópos ki esí,
to ídio mirolói
chtipái to kobolói
ke vrízi to ntuniá.
Cháthikes ke énas ángelos
epíre t΄ónomá su
ke tin psichí su
vázi refené…
Ki anigi to kobódema
pu ‘ches mes stin kardiá su
kernái ti leventiá su
se uza ke kafé.
|