Βάστα καρδιά μου, βάσταξε,
του πόνου το μαχαίρι
και τούτος ο ανήφορος, ω, ω, ω,
κατήφορο θα φέρει
και τούτος ο ανήφορος, ω, ω, ω,
κατήφορο θα φέρει.
Σαν το κουρέλι σ’ έσχισε,
θα το μετανοήσει
και η πληγή που σ’ άνοιξε, ω, ω, ω,
να κλεισει δε θ’ αργήσει
και η πληγή που σ’ άνοιξε, ω, ω, ω,
να κλεισει δε θ’ αργήσει.
Σταμάτα πια τα δάκρυα,
η πίκρα σου πια φτάνει
κι έχει ο καιρός το γιατρικό, ω, ω, ω,
τον πόνο σου να γιάνει
κι έχει ο καιρός το γιατρικό, ω, ω, ω,
τον πόνο σου να γιάνει.
|
Oásta kardiá mu, vástakse,
tu pónu to macheri
ke tutos o aníforos, o, o, o,
katíforo tha féri
ke tutos o aníforos, o, o, o,
katíforo tha féri.
San to kuréli s’ éschise,
tha to metanoísi
ke i pligí pu s’ ánikse, o, o, o,
na klisi de th’ argísi
ke i pligí pu s’ ánikse, o, o, o,
na klisi de th’ argísi.
Stamáta pia ta dákria,
i píkra su pia ftáni
ki échi o kerós to giatrikó, o, o, o,
ton póno su na giáni
ki échi o kerós to giatrikó, o, o, o,
ton póno su na giáni.
|