Άφησέ με, άφησέ με,
σαν καράβι, στα βράχια, να χτυπιέμαι,
άφησέ με, άφησέ με,
όσο θέλεις φαρμάκι κέρασέ με.
Σήκω φύγε κι άνοιξέ μου
άλλη μια λαβωματιά,
ούτε κρύο, ούτε ζέστη,
δε μου κάνει τώρα πια.
Η καρδιά μου είναι στάχτη,
δεν φοβάται να μην καεί,
στη ζωή μου δεν υπάρχει
ούτε βράδυ, ούτε πρωί.
Άφησέ με, άφησέ με
όπως τόσοι, κι εσύ, πλήγωσέ με.
Άφησέ με, άφησέ με,
στις πληγές μου επάνω χτύπησέ με,
άφησέ με, άφησέ με
σαν κουρέλι, στην άκρη, πέταξέ με.
Από τόσα που ‘χω πάθει
τι θα πάθω πιο πολύ,
δεν υπάρχει, για να πέσω,
χαμηλότερο σκαλί.
Η καρδιά μου είναι στάχτη,
δεν φοβάται να μην καεί,
στη ζωή μου δεν υπάρχει
ούτε βράδυ, ούτε πρωί.
Άφησέ με, άφησέ με,
όπως τόσοι, κι εσύ πλήγωσέ με.
|
Άfisé me, áfisé me,
san karávi, sta vráchia, na chtipiéme,
áfisé me, áfisé me,
óso thélis farmáki kérasé me.
Síko fíge ki ániksé mu
álli mia lavomatiá,
ute krío, ute zésti,
de mu káni tóra pia.
I kardiá mu ine stáchti,
den fováte na min kai,
sti zoí mu den ipárchi
ute vrádi, ute pri.
Άfisé me, áfisé me
ópos tósi, ki esí, plígosé me.
Άfisé me, áfisé me,
stis pligés mu epáno chtípisé me,
áfisé me, áfisé me
san kuréli, stin ákri, pétaksé me.
Apó tósa pu ‘cho páthi
ti tha pátho pio polí,
den ipárchi, gia na péso,
chamilótero skalí.
I kardiá mu ine stáchti,
den fováte na min kai,
sti zoí mu den ipárchi
ute vrádi, ute pri.
Άfisé me, áfisé me,
ópos tósi, ki esí plígosé me.
|