Σε κάθε βήμα, με χτυπά
του κόσμου η αδικία
κι αναρωτιέμαι το γιατί,
αφού είναι λίγη η ζωή,
γιατί τόση κακία.
Θέλουνε να σε βλέπουνε,
στην κοινωνία, θύμα,
και να χτυπιέσαι αλύπητα,
σαν βάρκα μες στο κύμα.
Εγώ, κακό δεν έκανα
κι όλοι, κακό μου κάνουν,
δεν βλέπουν πως, είν’ η ζωή,
σαν ταξιδιάρικο πουλί
που φεύγει και το χάνουν.
Θέλουνε να σε βλέπουνε,
στην κοινωνία, θύμα,
και να χτυπιέσαι αλύπητα,
σαν βάρκα μες στο κύμα.
|
Se káthe víma, me chtipá
tu kósmu i adikía
ki anarotiéme to giatí,
afu ine lígi i zoí,
giatí tósi kakía.
Thélune na se vlépune,
stin kinonía, thíma,
ke na chtipiése alípita,
san várka mes sto kíma.
Egó, kakó den ékana
ki óli, kakó mu kánun,
den vlépun pos, in’ i zoí,
san taksidiáriko pulí
pu fevgi ke to chánun.
Thélune na se vlépune,
stin kinonía, thíma,
ke na chtipiése alípita,
san várka mes sto kíma.
|