Γίναν τα μάτια σου ψυχρά
και κρύο έχουν φέρει
θέλω απόψε μια αγκαλιά
μα δεν απλώνεις χέρι.
Μοιάζει ετούτη η στιγμή
με πλοίο που σαλπάρει
κι εσύ εισιτήριο ζητάς
στα ξένα να σε πάρει.
Την ξενιτιά σου ακολουθώ
πιστός σαν μετανάστης
που ψάχνει ελπίδα να πιαστεί
στο δρόμο της αγάπης.
Κι η προσφυγιά μου αν φανεί
στα τρύπια μου παπούτσια
θα πω πως ήσουν όνειρο
και μια ζωή απούσα.
Καίγεται ο κόσμος άλλη μια
απ’ τα δικά σου χείλη
κι είναι τα λόγια σου φωτιά
που ανάβουν το φιτίλι.
Σ’ ένα υπαίθριο σινεμά
με φόντο τη σελήνη
παίζει η σκηνή του χωρισμού
και ένοχους μας κρίνει.
Την ξενιτιά σου ακολουθώ
πιστός σαν μετανάστης
που ψάχνει ελπίδα να πιαστεί
στο δρόμο της αγάπης.
Κι η προσφυγιά μου αν φανεί
στα τρύπια μου παπούτσια
θα πω πως ήσουν όνειρο
και μια ζωή απούσα.
|
Ginan ta mátia su psichrá
ke krío échun féri
thélo apópse mia agkaliá
ma den aplónis chéri.
Miázi etuti i stigmí
me plio pu salpári
ki esí isitírio zitás
sta kséna na se pári.
Tin ksenitiá su akoluthó
pistós san metanástis
pu psáchni elpída na piasti
sto drómo tis agápis.
Ki i prosfigiá mu an fani
sta trípia mu paputsia
tha po pos ísun óniro
ke mia zoí apusa.
Kegete o kósmos álli mia
ap’ ta diká su chili
ki ine ta lógia su fotiá
pu anávun to fitíli.
S’ éna ipethrio sinemá
me fónto ti selíni
pezi i skiní tu chorismu
ke énochus mas kríni.
Tin ksenitiá su akoluthó
pistós san metanástis
pu psáchni elpída na piasti
sto drómo tis agápis.
Ki i prosfigiá mu an fani
sta trípia mu paputsia
tha po pos ísun óniro
ke mia zoí apusa.
|