Δυο μάνες κλαίγανε
τα ίδια λέγανε τα μοιρολόγια
για γιους που θρέψανε
κι αυτοί πιστέψανε σε κούφια λόγια
Και οι δυο λεβέντες για δυο κουβέντες
είναι στο χώμα είναι στο χώμα
Και η μάνα η Τούρκα και η μάνα η Γκρέκα
τους κλαιν ακόμα τους κλαιν ακόμα
Στα ξένα σμίξανε
και οι δυο τραβήξανε λάζο μαχαίρι
“άπιστε!” βρίζανε
κι ύστερα στήσανε ψηλά το χέρι
|
Dio mánes klegane
ta ídia légane ta mirológia
gia gius pu thrépsane
ki afti pistépsane se kufia lógia
Ke i dio levéntes gia dio kuvéntes
ine sto chóma ine sto chóma
Ke i mána i Turka ke i mána i Gkréka
tus klen akóma tus klen akóma
Sta kséna smíksane
ke i dio travíksane lázo macheri
“ápiste!” vrízane
ki ístera stísane psilá to chéri
|