Ηλιοβασίλεμα, συνοικισμός,
βουνό στα στήθια μου ο χωρισμός.
Κι ένα γραμμόφωνο από μακριά,
του Καζαντζίδη το παράπονο γροθιά.
Ηλιοβασίλεμα και παγωνιά,
σκιές οι άνθρωποι στη γειτονιά.
Και από σένανε ούτε φωνή.
που να βρω δύναμη, πού να βρω υπομονή!
Ηλιοβασίλεμα και στην καρδιά,
ο ήλιος έσβησε για μένα πια.
Απ’ όσα ζήσαμε, στιγμή δε ζει
αφού απόψε δε θα κλάψουμε μαζί.
Η νύχτα έπεσε μαύρο φτερό,
χιλιάδες άνθρωποι, μα ποιον να βρω,
να πω πως χάνομαι μαζί σου εγώ
και στο σκοτάδι, σαν σκοτάδι θα χαθώ
|
Iliovasílema, sinikismós,
vunó sta stíthia mu o chorismós.
Ki éna grammófono apó makriá,
tu Kazantzídi to parápono grothiá.
Iliovasílema ke pagoniá,
skiés i ánthropi sti gitoniá.
Ke apó sénane ute foní.
pu na vro dínami, pu na vro ipomoní!
Iliovasílema ke stin kardiá,
o ílios ésvise gia ména pia.
Ap’ ósa zísame, stigmí de zi
afu apópse de tha klápsume mazí.
I níchta épese mavro fteró,
chiliádes ánthropi, ma pion na vro,
na po pos chánome mazí su egó
ke sto skotádi, san skotádi tha chathó
|