Κάθε χρόνο τέτοια εποχή
όταν πέφτουνε τα φύλλα κι όταν κλαίει η βροχή
με πιάνει ένα παράπονο αντρίκιο
για της καρδιάς μου το χαμένο δίκιο
Και σου μιλώ και σου μιλώ και σου μιλώ
και ότι άγγιζες χαϊδεύω και φιλώ
και γιατί έφυγες με πόνο σε ρωτάω
και σου μιλώ και σου φωνάζω σ’αγαπάω
Κάθε χρόνο τέτοια εποχή
όταν πέφτουνε τα φύλλα κι όταν κλαίει η βροχή
γεμίζουνε τα μάτια μου από σένα
και κλαίω σαν παιδί τα περασμένα
Και σου μιλώ και σου μιλώ και σου μιλώ
και ότι άγγιζες χαϊδεύω και φιλώ
και γιατί έφυγες με πόνο σε ρωτάω
και σου μιλώ και σου φωνάζω σ’αγαπάω
|
Káthe chróno tétia epochí
ótan péftune ta fílla ki ótan klei i vrochí
me piáni éna parápono antríkio
gia tis kardiás mu to chaméno díkio
Ke su miló ke su miló ke su miló
ke óti ángizes chaidevo ke filó
ke giatí éfiges me póno se rotáo
ke su miló ke su fonázo s’agapáo
Káthe chróno tétia epochí
ótan péftune ta fílla ki ótan klei i vrochí
gemízune ta mátia mu apó séna
ke kleo san pedí ta perasména
Ke su miló ke su miló ke su miló
ke óti ángizes chaidevo ke filó
ke giatí éfiges me póno se rotáo
ke su miló ke su fonázo s’agapáo
|