Κουτσομπολιό, ωχ μου κάνανε
μέσα στη γειτονιά μου
πως κυνηγώ τις όμορφες
και βγάλαν τ’ όνομά μου
πως κυνηγώ τις όμορφες
και βγάλαν τ’ όνομά μου
Δυο φίλοι που δε μ’ αγαπούν
κι αυτοί με συζητούνε
λες κι έχω κάνει έγκλημα
και με κατηγορούνε
λες κι έχω κάνει έγκλημα
και με κατηγορούνε
Τις όμορφες θα κυνηγώ
ξανθιές και μαυρομάτες
μελαχρινές και καστανές
και τις τσακιρομάτες
μελαχρινές και καστανές
και τις τσακιρομάτες
|
Kutsobolió, och mu kánane
mésa sti gitoniá mu
pos kinigó tis ómorfes
ke vgálan t’ ónomá mu
pos kinigó tis ómorfes
ke vgálan t’ ónomá mu
Dio fíli pu de m’ agapun
ki afti me sizitune
les ki écho káni égklima
ke me katigorune
les ki écho káni égklima
ke me katigorune
Tis ómorfes tha kinigó
ksanthiés ke mavromátes
melachrinés ke kastanés
ke tis tsakiromátes
melachrinés ke kastanés
ke tis tsakiromátes
|