Ο Λάνης που αγάπησες εδώ δεν είναι, Μάρκε,
στον τάφο που έρχεσαι και κλαις και μένεις ώρες κι ώρες.
Τον Λάνη που αγάπησες τον έχεις πιο κοντά σου
στο σπίτι σου όταν κλείνεσαι και βλέπεις την εικόνα,
που αυτή κάπως διατήρησεν ό, τ’ είχε που ν’ αξίζει,
που αυτή κάπως διατήρησεν ό, τ’ είχες αγαπήσει.
Θυμάσαι, Μάρκε, που έφερες από του ανθυπάτου
το μέγαρον τον Κυρηναίο περίφημο ζωγράφο
και με τι καλλιτεχνικήν εκείνος πανουργία
μόλις είδε τον φίλο σου κ’ ήθελε να σας πείσει
που ως Υάκινθον εξ άπαντος έπρεπε να τον κάμει
( μ’ αυτόν τον τρόπον πιο πολύ θ’ ακούονταν η εικών του ).
Μα ο Λάνης σου δε δάνειζε την εμορφιά του έτσι
και σταθερά εναντιωθείς είπε να παρουσιάσει
όχι διόλου τον Υάκινθον, όχι κανέναν άλλον
αλλά τον Λάνη, υιό του Ραμετίχου, Αλεξανδρέα.
|
O Lánis pu agápises edó den ine, Márke,
ston táfo pu érchese ke kles ke ménis óres ki óres.
Ton Láni pu agápises ton échis pio kontá su
sto spíti su ótan klinese ke vlépis tin ikóna,
pu aftí kápos diatírisen ó, t’ iche pu n’ aksízi,
pu aftí kápos diatírisen ó, t’ iches agapísi.
Thimáse, Márke, pu éferes apó tu anthipátu
to mégaron ton Kirineo perífimo zográfo
ke me ti kallitechnikín ekinos panurgia
mólis ide ton fílo su k’ íthele na sas pisi
pu os Iákinthon eks ápantos éprepe na ton kámi
( m’ aftón ton trópon pio polí th’ akuontan i ikón tu ).
Ma o Lánis su de dánize tin emorfiá tu étsi
ke statherá enantiothis ipe na parusiási
óchi diólu ton Iákinthon, óchi kanénan állon
allá ton Láni, iió tu Rametíchu, Aleksandréa.
|