Μάνα πόλη, η καρδιά μου σε αγάπησε
άνοιξε την αγκαλιά της και σε κράτησε.
Μπήκες μέσα σαν τον κλέφτη και την άρπαξες
δίχως να το καταλάβω λεηλάτησες.
Είσαι σκόνη που λερώνει το σεντόνι μου
κι ένα έργο που τελειώνει στην οθόνη μου.
Όμως η ζωή μας έχει και γυρίσματα
ατιμώρητα δε μένουν τα εγκλήματα.
Μάνα πόλη η καρδιά μου που σημάδεψες
φώναζα μη με σκοτώνεις, μα δε μ`άκουγες.
Πήγαν άδικα τα χρόνια κι οι θυσίες μου
φαίνεται παλιές πληρώνω αμαρτίες μου.
Είσαι σκόνη που λερώνει το σεντόνι μου
κι ένα έργο που τελειώνει στην οθόνη μου.
Όμως η ζωή μας έχει και γυρίσματα
ατιμώρητα δε μένουν τα εγκλήματα.
|
Mána póli, i kardiá mu se agápise
ánikse tin agkaliá tis ke se krátise.
Bíkes mésa san ton kléfti ke tin árpakses
díchos na to katalávo leilátises.
Ise skóni pu leróni to sentóni mu
ki éna érgo pu telióni stin othóni mu.
Όmos i zoí mas échi ke girísmata
atimórita de ménun ta egklímata.
Mána póli i kardiá mu pu simádepses
fónaza mi me skotónis, ma de m`ákuges.
Pígan ádika ta chrónia ki i thisíes mu
fenete paliés pliróno amartíes mu.
Ise skóni pu leróni to sentóni mu
ki éna érgo pu telióni stin othóni mu.
Όmos i zoí mas échi ke girísmata
atimórita de ménun ta egklímata.
|