Σου χάρισα έναν αναπτήρα
για να μου κάψεις την καρδιά.
Όταν τον είδα σε άλλα χέρια,
σαν να μου δώσαν μαχαιριά.
Ήταν, φαίνεται, γραμμένο
απ’ τη μαύρη μοίρα μου
να καούν τα όνειρά μου
με τον αναπτήρα μου.
Το δώρο δε δωρίζεται
και όποιος το δωρίσει
καινούργια αγάπη έπιασε
και την παλιά θα αφήσει.
Σου χάρισα έναν αναπτήρα
να με θυμάσαι στη ζωή.
Και εσύ τον έδωσες
για να μου δείξεις τι έκρυβες μες στην ψυχή.
Πόνεσα πολύ, το λέω,
μα να μου το θυμηθείς:
Με τον ίδιο αναπτήρα
κάποια μέρα θα καείς.
Το δώρο δε δωρίζεται
και όποιος το δωρίσει
καινούργια αγάπη έπιασε
και την παλιά θα αφήσει.
|
Su chárisa énan anaptíra
gia na mu kápsis tin kardiá.
Όtan ton ida se álla chéria,
san na mu dósan macheriá.
Ήtan, fenete, gramméno
ap’ ti mavri mira mu
na kaun ta ónirá mu
me ton anaptíra mu.
To dóro de dorízete
ke ópios to dorísi
kenurgia agápi épiase
ke tin paliá tha afísi.
Su chárisa énan anaptíra
na me thimáse sti zoí.
Ke esí ton édoses
gia na mu diksis ti ékrives mes stin psichí.
Pónesa polí, to léo,
ma na mu to thimithis:
Me ton ídio anaptíra
kápia méra tha kais.
To dóro de dorízete
ke ópios to dorísi
kenurgia agápi épiase
ke tin paliá tha afísi.
|