Εγώ θα σου φωνάζω και λέγε με τρελό
που γράφει στη ζωή του παραμύθια,
εγώ θα τραγουδάω, τσιγγάνος σε σταθμό,
που παίζει με ταμπούρλο την αλήθεια.
Το γέλιο μου χαρίζω στ’ αδέσποτα σκυλιά,
στα πάρκα, σε πλατείες και ταβέρνες,
μοιράζω την ζωή μου σαν τη σταλαγματιά,
μα δε γιομίζουν εύκολα οι στέρνες.
Γυρνούσα μες στους δρόμους και σου ‘λεγα να ‘ρθεις,
να ‘ρχόσουνα λιγάκι πιο κοντά μου,
να μου ‘δινες το χέρι που πρόδωσαν αυτοί,
να το ‘βαζα σφραγίδα στην καρδιά μου.
Το γέλιο μου χαρίζω στ’ αδέσποτα σκυλιά,
στα πάρκα, σε πλατείες και ταβέρνες,
μοιράζω την ζωή μου σαν τη σταλαγματιά,
μα δε γιομίζουν εύκολα οι στέρνες.
Εγώ θα σου φωνάζω και θα σ’ ακολουθώ
βαθιά στο πλήθος και στις συγκεντρώσεις,
την ώρα που σε φτύνουν και σε ποδοπατούν
και σου ζητάνε δόξα να τους δώσεις.
Το γέλιο μου χαρίζω στ’ αδέσποτα σκυλιά,
στα πάρκα, σε πλατείες και ταβέρνες,
μοιράζω την ζωή μου σαν τη σταλαγματιά,
μα δε γιομίζουν εύκολα οι στέρνες.
|
Egó tha su fonázo ke lége me treló
pu gráfi sti zoí tu paramíthia,
egó tha tragudáo, tsingános se stathmó,
pu pezi me taburlo tin alíthia.
To gélio mu charízo st’ adéspota skiliá,
sta párka, se platies ke tavérnes,
mirázo tin zoí mu san ti stalagmatiá,
ma de giomízun efkola i stérnes.
Girnusa mes stus drómus ke su ‘lega na ‘rthis,
na ‘rchósuna ligáki pio kontá mu,
na mu ‘dines to chéri pu pródosan afti,
na to ‘vaza sfragida stin kardiá mu.
To gélio mu charízo st’ adéspota skiliá,
sta párka, se platies ke tavérnes,
mirázo tin zoí mu san ti stalagmatiá,
ma de giomízun efkola i stérnes.
Egó tha su fonázo ke tha s’ akoluthó
vathiá sto plíthos ke stis sigkentrósis,
tin óra pu se ftínun ke se podopatun
ke su zitáne dóksa na tus dósis.
To gélio mu charízo st’ adéspota skiliá,
sta párka, se platies ke tavérnes,
mirázo tin zoí mu san ti stalagmatiá,
ma de giomízun efkola i stérnes.
|