Πάει ο καιρός, πάει ο καιρός
που ήταν ο κόσμος δροσερός
και κάθε αυγή ξεκινούσε μια πηγή
για να ποτίσει όλη τη γη
Ήρθανε νύχτες και βροχές
και χειμωνιάσαν οι ψυχές
και στο βαθύ το σκοτάδι έχει σταθεί
ένα παιδί να ζεσταθεί
Τώρα το δάκρυ κυλάει στο χώμα,
και πέρα απ’ το βοριά
ένα καράβι ρωτάει ακόμα
που θα βρει στεριά
Πάει ο καιρός, πάει ο καιρός
που ήταν ο κόσμος δροσερός
και κάθε αυγή ξεκινούσε μια πηγή
για να ποτίσει όλη τη γη
|
Pái o kerós, pái o kerós
pu ítan o kósmos droserós
ke káthe avgí ksekinuse mia pigí
gia na potísi óli ti gi
Ήrthane níchtes ke vrochés
ke chimoniásan i psichés
ke sto vathí to skotádi échi stathi
éna pedí na zestathi
Tóra to dákri kilái sto chóma,
ke péra ap’ to voriá
éna karávi rotái akóma
pu tha vri steriá
Pái o kerós, pái o kerós
pu ítan o kósmos droserós
ke káthe avgí ksekinuse mia pigí
gia na potísi óli ti gi
|