Απ’ την ώρα που `χεις φύγει,
είμαι μοναχός,
το παράπονο με πνίγει
και ο στεναγμός.
Όρκους και φιλιά και χάδια πώς τα ξέχασες,
με φαρμάκι, την καρδιά μου την εγέμισες,
έφυγες και, μαύρη πέτρα, πίσω έριξες,
πες μου, πες μου, πώς με ξέχασες,
πες μου, πες μου, πώς με ξέχασες.
Ούτε ένα γράμμα πήρα
απ’ το χέρι σου,
μου ‘χες πει πως μ’ αγαπούσες
κι ήμουν ταίρι σου.
Όρκους και φιλιά και χάδια πώς τα ξέχασες,
με φαρμάκι, την καρδιά μου την εγέμισες,
έφυγες και, μαύρη πέτρα, πίσω έριξες,
πες μου, πες μου, πώς με ξέχασες,
πες μου, πες μου, πώς με ξέχασες,
πες μου, πες μου, πώς με ξέχασες.
|
Ap’ tin óra pu `chis fígi,
ime monachós,
to parápono me pnígi
ke o stenagmós.
Όrkus ke filiá ke chádia pós ta kséchases,
me farmáki, tin kardiá mu tin egémises,
éfiges ke, mavri pétra, píso érikses,
pes mu, pes mu, pós me kséchases,
pes mu, pes mu, pós me kséchases.
Oíte éna grámma píra
ap’ to chéri su,
mu ‘ches pi pos m’ agapuses
ki ímun teri su.
Όrkus ke filiá ke chádia pós ta kséchases,
me farmáki, tin kardiá mu tin egémises,
éfiges ke, mavri pétra, píso érikses,
pes mu, pes mu, pós me kséchases,
pes mu, pes mu, pós me kséchases,
pes mu, pes mu, pós me kséchases.
|